Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Πόσοι από εμάς, κάποια στιγμή στη ζωή μας, δεν επισκεφτήκαμε γιατρούς για ένα απλό ενόχλημα-σύμπτωμα, κάναμε ένα σωρό παθολογικές εξετάσεις και καταλήξαμε να αποκλείσουμε όλες τις εκδοχές;

Tελικά ακούσαμε τον γιατρό μας να μας λέει ότι οφείλεται σε ψυχολογικά αίτια...
Είναι γεγονός ότι, τουλάχιστον στην Ελλάδα, δεν έχουμε αντιληφθεί ακόμα πόσο σημαντικό ρόλο παίζει ο ψυχολογικός παράγοντας στη ζωή μας.
Οι ψυχοσωματικές παθήσεις δεν είναι λιγότερο αληθινές από τις παθολογικές ασθένειες. Τα συμπτώματά τους είναι υπαρκτά, μπορεί να χειροτερέψουν και να έχουν μια δυσάρεστη κατάληξη. Δεν είναι λοιπόν ‘φαντάσματα’, αλλά υπαρκτές σωματικές διαταραχές.
Το πιθανότερο είναι τα αίτια πίσω από ένα σωματικό σύμπτωμα να είναι πολυπαραγοντικά. Σίγουρα δεν είναι πάντα εύκολο να διακρίνουμε αν μια δερματοπάθεια, ένας κοιλιακός πόνος, μια γαστρεντερική διαταραχή, ένα αυχενικό σύνδρομο ή άλλες ενοχλήσεις είναι αποκλειστικά και μόνο αποτέλεσμα ανέκφραστων ψυχικών συγκρούσεων και δυσκολιών.
Φαίνεται πως χρειάζεται ένας άλλος τρόπος σκέψης σχετικά µε την υγεία και τη νόσο, το σώµα και τον νου, το ψυχικό και το σωµατικό, εάν θέλουµε να µορφοποιήσουµε δηµιουργικές υποθέσεις που θα συμβάλλουν στις γνώσεις µας για την ψυχική νόσο (Norman Sartorius, προσπαθώντας να ορίσει το πεδίο µελέτης και συγκρότησης της 10ης έκδοσης του ICD).
Συχνά, δεν είναι τόσο ο στρεσσογόνος παράγοντας που ευθύνεται για την εκδήλωση της νόσου, όσο η ιδιοσυγκρασιακή απόκριση του ασθενούς στον παράγοντα αυτό. Αποκρυπτογραφώντας τις άµυνες, την «οµοιοστατική, δηλαδή, απόκριση», θα µπορούσαµε να κατανοήσουµε, στο µέτρο του δυνατού, την υποκείµενη «παθολογική φυσιολογία» της νόσου. Η ιδιοσυγκρασιακή απόκριση του κάθε ατόμου δηλαδή οι ασυνείδητοι «µηχανισµοί άµυνας» υπάρχουν και συντηρούνται γιατί προστατεύουν το άτοµο από επώδυνα συναισθήµατα, ιδέες και ενορµήσεις. Σκιαγραφώντας την φύση των µηχανισµών αυτών, ο Freud έδειξε πως πίσω από την ψυχοπαθολογία βρίσκονται επώδυνα και ενοχλητικά συναισθήµατα και ιδέες.
Αν οι μηχανισμοί αυτοί οδηγούν σε παθολογικές ενοχλήσεις- συμπτώματα, και δεν είναι προσαρμοστικοί-υγιείς, τότε χρειάζεται, σε μια θεραπευτική διαδικασία, να αναγνωρισθούν αυτοί οι μηχανισμοί και να ξεκινήσει η μετατόπιση του αμυντικού προφίλ προς ένα πιο ώριμο και λειτουργικό τρόπο λειτουργίας.
Γούβαλη Σύβια

Kλινική Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια (Μ.Sc

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2015

ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ
Ποιά μπορεί να είναι η σχέση τους;
Η ζωή του καθενός είναι γεμάτη απο ψευδαισθήσεις, ίσως επειδή η αλήθεια συχνά μας φαίνεται αβάσταχτη. Η άγνοια ωστόσο της προσωπικής μας αλήθειας, της συναισθηματικά αποκλειστικής και μοναδικής ιστορίας των παιδικών μας χρόνων, έχει υψηλό κόστος, το οποίο μπορεί να εμφανιστεί με τη μορφή σοβαρών ασθενειών, όπως η κατάθλιψη ή η οργάνωση της προσωπικότητας με ναρκισσιστική παθολογία, κ.α.
Ο καταναγκασμός της επανάληψης
Οι περισσότεροι άνθρωποι ωστόσο δεν θέλουν να γνωρίζουν τίποτα απο την προσωπική τους ιστορία και έτσι δεν συνειδητοποιούν οτι, στην ουσία, η ιστορία τους τους καθορίζει συνεχώς στο παρόν. Δεν συνειδητοποιούν οτι φοβούνται και αποφεύγουν κινδύνους οι οποίοι, παρ΄όλο που κάποτε στο παρελθόν ήταν πραγματικοί, εδώ και πολύ καιρό έχουν πάψει να είναι. Καθοδηγούνται απο ασυνείδητες ενορμήσεις και απωθημένα συναισθήματα ή ανάγκες, τα οποία όσο παραμένουν ασυνείδητα και αξεδιάλυτα, συχνά, καθορίζουν, με σχεδόν διαστροφικό τρόπο, καθετί που κάνουν ή δεν κάνουν, που επιλέγουν ή δεν επιλέγουν. Σύμφωνα με τον μηχανισμό του καταναγκασμού της επανάληψης μάλιστα, το άτομο τείνει να επαναλαμβάνει παρελθοντικές εμπειρίες, που το μοτίβο τους του διαφεύγει συνειδητά, θέτοντας έτσι ενεργά τον εαυτό του σε επώδυνες καταστάσεις, για τις οποίες πιστεύει ακράδαντα οτι δικαιολογούνται πλήρως απο την παρούσα συγκυρία (J.Laplance και Pontalis). Παραδείγματος χάριν, για τους ανθρώπους εκείνους που ως παιδιά έπρεπε να κρύβουν τα πραγματικά τους συναισθήματα από τον εαυτό τους και τους άλλους, το να τα εκφράσουν στο παρόν τους δημιουργεί μεγάλο άγχος. Οι πρώτες προσπάθειες τους δεν οδηγούν πάντα στην ελευθερία, αλλά ίσως στην επανάληψη της αγχογόνου κατάστασης που ζούσαν όταν ήταν παιδιά... Με το αλάθητο ενός υπνοβάτη, οι άνθρωποι αυτοί θα ψάξουν να βρουν όλους εκείνους οι οποίοι, όπως και οι γονείς τους (αν και για διαφορετικούς λόγους), σίγουρα δεν είναι ικανοί να τους καταλάβουν. Χωρίς να μπορούν να το συνειδητοποιήσουν εξαιτίας της απώθησης (δηλαδή, όταν μη αποδεκτά ψυχικά στοιχεία-ιδέες, φαντασίες,συναισθήματα, κρατιούνται έξω από τη συνείδηση) (Μάνος, Ν., 1987) θα προσπαθήσουν να κάνουν αυτούς τους ανθρώπους να τους καταλάβουν- θα προσπαθήσουν να κάνουν αυτό που είναι αδύνατον να συμβεί. Και έτσι θα τείνουν να επαληθεύουν αεναώς στο παρόν (άρνηση της πραγματικότητας), αυτό που τους είχε συμβεί (και τραυματίσει) στο παρελθόν. Το οδυνηρό αποτέλεσμα μιας τέτοιας επαναλαμβανόμενης ασυνείδητης διαδικασίας είναι συχνά η κατάθλιψη.
όταν οι Ιδέες Μεγαλείου κρύβονται πίσω από την Κατάθλιψη
Δύο ακραίες μορφές ναρκισσιστικών διαταραχών, που η σχέση τους είναι συχνά αντίστροφη, είναι οι ιδέες μεγαλείου και η κατάθλιψη. Στην πραγματικότητα, οι ιδέες μεγαλείου είναι η άμυνα μας ενάντια στην κατάθλιψη και η κατάθλιψη είναι η άμυνα μας ενάντια στο βαθύ πόνο για την απώλεια του εαυτού μας εξαιτίας της άρνησης της πραγματικότητας. Πολλές φορές λοιπόν πίσω απο μια ναρκισσιστική προσωπικότητα, ενδεχομένως να ελλοχεύει μια καταθλιπτική παθολογία, κρατημένη έξω απο την περιοχή της συνείδησης ώστε να προστατεύεται το άτομο απο μια ναρκισσιστική κατάρρευση και από την εμφάνιση της κατάθλιψης.
Ένα άτομο με ιδέες μεγαλείου προκαλεί τον θαυμασμό των άλλων και χρειάζεται αυτόν τον θαυμασμό. Έχει ανάγκη να διαπρέπει σε ό,τι κάνει. Θαυμάζει και ο ίδιος τον εαυτό του για τα χαρίσματα του- την ομορφιά, την εξυπνάδα, τα ταλέντα του- καθώς και για την επιτυχία. Αν όμως σε κάποιο απο αυτά απογοητευτεί, διατρέχει τον κίνδυνο να οδηγηθεί στην καταστροφή απο μια βαριά κατάθλιψη.
Έτσι, σύμφωνα με αυτή την ερμηνευτική οπτική του καταθλιπτικού τύπου οργάνωσης της προσωπικότητας, ο τύπος αυτός είναι εξαρτημένος απο ναρκισσιστικές ανάγκες τις οποίες επιζητεί να ικανοποιήσει μέσω των άλλων. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνει τη διατήρηση της ισορροπίας εσωτερικά, στην προσωπικότητα του (Μενούτης, 2001;2002;2003).
Ορισμένα απο τα κύρια γνωρίσματα των καταθλιπτικών ατόμων είναι η αδιάλλειπτη λύπη και η απουσία ενεργητικότητας, η αδιαφορία και η ανικανότητα ευχαρίστησης απο απλές καθημερινές απολαύσεις και απο τις σημαντικές σχέσεις. Παρατηρούνται αισθήματα ανησυχίας, αυτομομφής και ενοχών. Επίσης διαταρράσονται οι βιορυθμοί του ατόμου, δηλαδή, διαταραχές στην πρόσληψη της τροφής, διαταραχές ύπνου, κ.α. (McWilliams, 2012).
Η συνειδητοποίηση των ναρκισσιστικών αμυνών ενάντια σε έναν καταθλιπτικό θρίαμβο είναι υψίστης σημασίας για το άτομο εφόσον μόνο έτσι θα μπορέσει να συνεχίσει τη ζωή του χωρίς να βιώνει την αποξένωση απο τον ίδιο του τον εαυτό, τις προσωπικές του ανάγκες και επιθυμίες και τα προβλήματα που συνεπάγονται απο τις διαστρεβλωμένες διαπροσωπικές του σχέσεις. Μια τέτοια συνειδητοποίηση αν και δύσκολη και επίπονη για το ίδιο το άτομο, ακολουθείται απο μια πρωτόγνωρη ανάκουφιση και αίσθημα ελεύθερίας που θα συντροφεύει μακροπρόθεσμα το άτομο στη ζωή και στις σχέσεις του απο δω και εμπρός.
Γούβαλη Σύβια,
Κλινική Ψυχολόγος (M.Sc)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Freud, S. (1917) Mourning and Melancholia.
Laplance J.,& Pontalis J.B. (1998) The language of psychoanalysis.
Miller A. (1997) The drama of the gifted child.
McWilliams, N. (2012). Ψυχαναλυτική Διάγνωση.
Μάνος, Ν. 1987. Ερμηνευτικό λεξικό ψυχιατρικών όρων. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Μενούτης, Β. (2001-03). Ψυχαναλυτική Ψυχοπαθολογία.

Η ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΝΘΟΥΣ ΚΑΙ Η ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ

Υπάρχουν φορές που εξαιτίας μιας απώλειας (π.χ. ενός αγαπημένου ανθρώπου) ενδέχεται να έχουμε συμπτώματα τα οποία θα παρέπεμπαν σε μια καταθλιπτική διαταραχή. Πρόκειται  για το γνωστό πένθος (Μενούτης, 2001;2002;2003). Εν συντομία, στο πένθος, αν και είναι μια διαδικασία δύσκολη, μπορεί σε φυσιολογικές καταστάσεις η συναισθηματική ενέργεια που ήταν επενδεδυμένη πάνω στο απωλεσθέν πρόσωπο (απωλεσθέν αντικείμενο, όπως αναφέρεται στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία) να αποσυρθεί και να επανεπενδυθεί σε ένα νέο.
Στην μελαγχολία ωστόσο ή μελαγχολική κατάθλιψη, όταν συμβεί η απώλεια, η οποία μπορεί να είναι συναισθηματική, και όχι μόνο πραγματική όπως στην περίπτωση ενός πένθους, το αποτέλεσμα δεν είναι η απόσυρση της συναισθηματικής ενέργειας απο το απωλεσθέν αντικείμενο και η εκ νεόυ επένδυση σε άλλο, αλλά συμβαίνει η έξης διαδικασία: το απωλεσθέν αντικείμενο (μαζί με τα συναισθήματα για αυτό) ενδοβάλλεται (McWilliams, 2012), ως εκ τούτου δεν υπάρχει διεργασία αποχωρισμού και πένθους.
Τόσο για τον Freud αλλά και τον Αbraham (που συγκροτούν τις κλασσικές αντιλήψεις ψυχανάλυσης όσον αφορά το πένθος και την μελαγχολία) αιτιοπαθογενετική συνιστώσα στην δημιουργία της καταθλιπτικής προδιάθεσης είναι ο αποχωρισμός από κάποιο συναισθηματικά επενδεδυμένο αντικείμενο (π.χ. το πρωτοπαθές αντικείμενο αγάπης-η μητέρα). Εάν δεν ακολουθηθεί μια υγιής διαδικασία αποχωρισμού (διεργασία του πένθους), το απωλεσθέν αντικείμενο ενδοβάλλεται (μελαγχολία). Έτσι, η συναισθηματική ενέργεια του αντικειμένου που χάθηκε (με όλη την αμφιθυμία- ύπαρξη δηλαδή, θετικών και αρνητικών συναισθημάτων- που μπορεί να χαρακτήριζε την σχέση του ατόμου με το απωλεσθέν αντικείμενο) προσανατολίζεται προς το ΕΓΩ του ατόμου. Γι’αυτό τον λόγο παρατηρείται πολλές φορές σε ασθενείς μετά απο κάποιον αποχωρισμό που υπέστησαν να βιώνουν μια βαθιά απώλεια της αυτοεκτίμησης, αυτομομφές και ενοχή και να στρέφονται ενάντια στον εαυτό τους. Στην περίπτωση αυτή (μελαγχολία), η ενδοψυχική σύγκρουση που εκφράζεται (αυτομομφές, ενοχή, αυτουποτίμηση) μπορεί να εξηγηθεί, σύμφωνα με τον Freud, από την συναισθηματική αμφιθυμία που χαρακτήριζε την σχέση με το απωλεσθέν πρόσωπο και να απευθύνονται σε αυτό, δηλαδή η οργή κατευθύνεται προς τα έσω επειδή ο εαυτός του ασθενούς έχει ταυτιστεί με το απωλεσθέν αντικείμενο.
Ωστόσο έχει φανεί οτι τα άτομα αυτά έχουν σοβαρές αντιστάσεις να συλλογιστούν τις επιπτώσεις που έχουν οι διαπροσωπικές συναλλαγές (Betcher, 1983) και τον εαυτό τους μέσα σε αυτές. Συχνά προτιμούν να βλέπουν την θλίψη, την μελαγχολία ή ακόμα και την αυτοκτονικότητα σαν να έρχονται απο το πουθενά, επιμένοντας οτι δεν φταίει κανείς πέρα απο τους ίδιους.
Είναι σημαντικό να κατανοηθεί πως δεν είναι μόνο το συμβάν ενός αρνητικού γεγονότος ζωής (απώλεια, θάνατος, σημαντικοί αποχωρισμοί, κ.α.), αλλά μάλλον η ερμηνεία του νοήματος του συμβάντος απο το ίδιο το άτομο,  καθώς και η σημασία που αυτό έχει στο πλαίσιο μέσα στο οποίο συμβαίνει. Κέντρικό θέμα στην ψυχοθεραπεία είναι η αναγνώριση και η επικύρωση του διαπροσωπικού νοήματος που έχει η απώλεια- συναισθηματική ή πραγματική- και του πλαισίου μέσα στο οποίο συμβαίνει. Μόνον τότε μπορεί το άτομο να αναγνωρίσει την προσωπική αιτία της θλίψης του, να μειώσει τη δυσφορία του και να θέσει τους προσωπικούς του στόχους έτσι ώστε να συνεχίσει τη ζωή του.
Γούβαλη Σύβια
Κλινική Ψυχολόγος (M.Sc)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αmerican Psychiatric Association: Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, 4th Edition. Washington, DC, American Psychiatric Association 1994
Betcher RW: The treatment of depression in brief inpatient group psychotherapy. Int J Group Psychother 33:365-385,1983

Freud, S. (1917) Mourning and Melancholia, in The Standard Edition of the Complete Psychological Works of Sigmund Freud, Vol 14.

Πέμπτη 16 Απριλίου 2015


Σε ποιους απευθύνεται η Ψυχαναλυτική Θεραπεία;
Η ψυχανάλυση και η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία απευθύνεται σε άτομα που αισθάνονται εγκλωβισμένα σε επαναλαμβανόμενα ψυχικά προβλήματα, που στέκονται εμπόδιο στις δυνατότητές τους να νιώσουν ευτυχισμένοι με τους συντρόφους, την οικογένεια και τους φίλους τους καθώς και επιτυχημένοι και ικανοποιημένοι στην εργασία τους και στην καθημερινότητά τους. Τα άγχη, οι αναστολές και οι καταθλίψεις συνιστούν συχνά ενδείξεις εσωτερικών συγκρούσεων. Και οι τελευταίες οδηγούν σε δυσκολίες στις σχέσεις και, όταν δεν αντιμετωπίζονται θεραπευτικά, μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στις προσωπικές και τις επαγγελματικές επιλογές. Οι ρίζες αυτών των προβλημάτων συχνά φθάνουν βαθύτερα απ’ όσο μπορεί να φθάσει η φυσιολογική επίγνωση, γι’ αυτό και αποδεικνύονται ανεπίλυτα χωρίς ψυχοθεραπεία.
Με την βοήθεια ενός ειδικευμένου ψυχαναλυτή, ο ασθενής μπορεί ν’ αποκτήσει νέα ενόραση των ασυνειδήτων πτυχών των διαταραχών αυτών. Η συνομιλία μ’ έναν ψυχαναλυτή σε κλίμα ασφάλειας, θα οδηγήσει τον ασθενή να συνειδητοποιεί ολοένα και περισσότερο πτυχές του μέχρι πρότινος άγνωστου εσωτερικού του κόσμου (σκέψεις και αισθήματα, αναμνήσεις και όνειρα), ανακουφίζοντας έτσι τον ψυχικό του πόνο, προωθώντας την ανάπτυξη της προσωπικότητας του και παρέχοντας του συνειδητοποίηση που θα του ενδυναμώσει την αυτοπεποίθηση για να επιδιώξει τους στόχους του στη ζωή. Αυτές οι θετικές επιδράσεις της ψυχανάλυσης θα διαρκούν και θα οδηγούν σε περαιτέρω ανάπτυξη πολύ μετά το τέλος της ανάλυσης.



(Μετάφραση από τα Αγγλικά: Βιβή Βρασματά, Νίκος Λαμνίδης)




Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2014

Ο ρόλος του κλινικου ψυχολόγου

  Ο ψυχολόγος είναι επιστήμονας που ασχολείται με τη μελέτη της σκέψης, της νοητικής λειτουργίας, του συναισθήματος και της συμπεριφοράς του ανθρώπου σε όλα τα αναπτυξιακά του στάδια. Σήμερα, στον χώρο της ιατρικής φροντίδας, πολλοί ψυχολόγοι λειτουργούν ως ανεξάρτητοι κλινικοί επιστήμονες και ως σύμβουλοι σε ολόκληρο το σύστημα παροχής υπηρεσιών υγείας. Η παρουσία τους είναι τις περισσότερες φορές απαραίτητη στην αξιολόγηση των ψυχολογικών πτυχών της φροντίδας των ασθενών. Εργάζονται είτε απευθείας με ασθενείς είτε σε συνεργασία με την ιατρική ομάδα για τον σχεδιασμό θεραπειών που να καλύπτουν και τις ψυχολογικές ανάγκες του ασθενούς.

Αγχώδεις Διαταραχές

-Τι είναι το άγχος;

Το άγχος είναι το αποτέλεσμα μιας ασυνείδητης ενδοψυχικής σύγκρουσης. O Φροϋντ το κατανόησε ως ένα σήμα πως στο ασυνείδητο ελλοχεύει ένας κίνδυνος. Ως απάντηση σε αυτό το σήμα, το Εγώ κινητοποιεί τους μηχανισμούς άμυνας για να εμποδίσει τις μη αποδεκτές σκέψεις, επιθυμίες, συναισθήματα να αναδυθούν στην συνειδητή ενημερότητα.

 

-Πότε το άγχος έχει κλινική εικόνα;

Η αποτυχία αυτής της προειδοποίησης (του αγχος-σήματος) να ενεργοποιήσει επαρκώς τις άμυνες του Εγώ έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση κλινικής εικόνας, δηλαδή έντονο, πιο επίμονο άγχος, πανικό ή άλλα νευρωτικά συμπτώματα (φοβική αποφυγή, ψυχαναγκαστική σκέψη, κ.α.).

Ωστόσο, το άγχος-σήμα εμφανίζεται ως η προσαρμοστική προειδοποίηση για να απομακρυνθεί (μέσω του αμυντικού μηχανισμού της απώθησης), η νευρωτική σύγκρουση απο την συνείδηση.

Μολονότι η πρόοδος των νευροεπιστημών στις αγχώδεις διαταραχές είναι εντυπωσιακή, υπάρχει παρ’όλα αυτά ο κίνδυνος να υποτιμηθεί μέσω της βιολογικής προσσέγισης η κατανόηση του άγχους. Οι νευροφυσιολογικοί μηχανισμοί πιθανόν να προκαλούν είτε ένα τύπο προειδοποιητικού άγχους που βοηθά στην προσαρμογη, είτε παθολογικές μορφές άγχους, που εκφράζεται με συμπτώματα. Επιπλέον, η ψυχοθεραπεία ενδέχεται να επηρεάζει σημαντικά την εγκεφαλική λειτουργία και κατα συνέπεια τους υποκείμενους βιολογικούς μηχανισμούς του άγχους.

Κατατάσσοντας όμως το άγχος γενικά ως νόσο ή παθολογία και μη θεωρώντας το ως σύμπτωμα μέσω του οποίου εκφράζεται μια ασυνείδητη σύγκρουση, μπορεί να παραβλέψει κανείς την προσαρμοστική πτυχή του άγχους. Το να ανησυχεί κανείς για το τι πρόκειται να του συμβεί στο μέλλον, μπορεί να οδηγήσει σε ιδιαίτερα δημιουργικές σκέψεις. Αν το άγχος αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα που πρέπει να ξεριζωθεί με ψυχοφάρμακα, ίσως χάνουμε μια σημαντική πηγή δημιουργικότητας και εξέλιξης.

Όποτε το άγχος αποτελεί μέρος της κλινικής εικόνας του ασθενούς, ο ψυχοθεραπευτής μαζί με τον ασθενή πρέπει να συνεργαστούν ώστε να προσδιορίσουν μαζί την αναπτυξιακή προέλευση του άγχους.


Γούβαλη Σύβια,

Κλινική Ψυχολόγος (M.Sc)