Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΝΘΟΥΣ ΚΑΙ Η ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ

Υπάρχουν φορές που εξαιτίας μιας απώλειας (π.χ. ενός αγαπημένου ανθρώπου) ενδέχεται να έχουμε συμπτώματα τα οποία θα παρέπεμπαν σε μια καταθλιπτική διαταραχή. Πρόκειται  για το γνωστό πένθος (Μενούτης, 2001;2002;2003). Εν συντομία, στο πένθος, αν και είναι μια διαδικασία δύσκολη, μπορεί σε φυσιολογικές καταστάσεις η συναισθηματική ενέργεια που ήταν επενδεδυμένη πάνω στο απωλεσθέν πρόσωπο (απωλεσθέν αντικείμενο, όπως αναφέρεται στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία) να αποσυρθεί και να επανεπενδυθεί σε ένα νέο.
Στην μελαγχολία ωστόσο ή μελαγχολική κατάθλιψη, όταν συμβεί η απώλεια, η οποία μπορεί να είναι συναισθηματική, και όχι μόνο πραγματική όπως στην περίπτωση ενός πένθους, το αποτέλεσμα δεν είναι η απόσυρση της συναισθηματικής ενέργειας απο το απωλεσθέν αντικείμενο και η εκ νεόυ επένδυση σε άλλο, αλλά συμβαίνει η έξης διαδικασία: το απωλεσθέν αντικείμενο (μαζί με τα συναισθήματα για αυτό) ενδοβάλλεται (McWilliams, 2012), ως εκ τούτου δεν υπάρχει διεργασία αποχωρισμού και πένθους.
Τόσο για τον Freud αλλά και τον Αbraham (που συγκροτούν τις κλασσικές αντιλήψεις ψυχανάλυσης όσον αφορά το πένθος και την μελαγχολία) αιτιοπαθογενετική συνιστώσα στην δημιουργία της καταθλιπτικής προδιάθεσης είναι ο αποχωρισμός από κάποιο συναισθηματικά επενδεδυμένο αντικείμενο (π.χ. το πρωτοπαθές αντικείμενο αγάπης-η μητέρα). Εάν δεν ακολουθηθεί μια υγιής διαδικασία αποχωρισμού (διεργασία του πένθους), το απωλεσθέν αντικείμενο ενδοβάλλεται (μελαγχολία). Έτσι, η συναισθηματική ενέργεια του αντικειμένου που χάθηκε (με όλη την αμφιθυμία- ύπαρξη δηλαδή, θετικών και αρνητικών συναισθημάτων- που μπορεί να χαρακτήριζε την σχέση του ατόμου με το απωλεσθέν αντικείμενο) προσανατολίζεται προς το ΕΓΩ του ατόμου. Γι’αυτό τον λόγο παρατηρείται πολλές φορές σε ασθενείς μετά απο κάποιον αποχωρισμό που υπέστησαν να βιώνουν μια βαθιά απώλεια της αυτοεκτίμησης, αυτομομφές και ενοχή και να στρέφονται ενάντια στον εαυτό τους. Στην περίπτωση αυτή (μελαγχολία), η ενδοψυχική σύγκρουση που εκφράζεται (αυτομομφές, ενοχή, αυτουποτίμηση) μπορεί να εξηγηθεί, σύμφωνα με τον Freud, από την συναισθηματική αμφιθυμία που χαρακτήριζε την σχέση με το απωλεσθέν πρόσωπο και να απευθύνονται σε αυτό, δηλαδή η οργή κατευθύνεται προς τα έσω επειδή ο εαυτός του ασθενούς έχει ταυτιστεί με το απωλεσθέν αντικείμενο.
Ωστόσο έχει φανεί οτι τα άτομα αυτά έχουν σοβαρές αντιστάσεις να συλλογιστούν τις επιπτώσεις που έχουν οι διαπροσωπικές συναλλαγές (Betcher, 1983) και τον εαυτό τους μέσα σε αυτές. Συχνά προτιμούν να βλέπουν την θλίψη, την μελαγχολία ή ακόμα και την αυτοκτονικότητα σαν να έρχονται απο το πουθενά, επιμένοντας οτι δεν φταίει κανείς πέρα απο τους ίδιους.
Είναι σημαντικό να κατανοηθεί πως δεν είναι μόνο το συμβάν ενός αρνητικού γεγονότος ζωής (απώλεια, θάνατος, σημαντικοί αποχωρισμοί, κ.α.), αλλά μάλλον η ερμηνεία του νοήματος του συμβάντος απο το ίδιο το άτομο,  καθώς και η σημασία που αυτό έχει στο πλαίσιο μέσα στο οποίο συμβαίνει. Κέντρικό θέμα στην ψυχοθεραπεία είναι η αναγνώριση και η επικύρωση του διαπροσωπικού νοήματος που έχει η απώλεια- συναισθηματική ή πραγματική- και του πλαισίου μέσα στο οποίο συμβαίνει. Μόνον τότε μπορεί το άτομο να αναγνωρίσει την προσωπική αιτία της θλίψης του, να μειώσει τη δυσφορία του και να θέσει τους προσωπικούς του στόχους έτσι ώστε να συνεχίσει τη ζωή του.
Γούβαλη Σύβια
Κλινική Ψυχολόγος (M.Sc)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αmerican Psychiatric Association: Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, 4th Edition. Washington, DC, American Psychiatric Association 1994
Betcher RW: The treatment of depression in brief inpatient group psychotherapy. Int J Group Psychother 33:365-385,1983

Freud, S. (1917) Mourning and Melancholia, in The Standard Edition of the Complete Psychological Works of Sigmund Freud, Vol 14.